Η Σαμπρίνα όπως κάθε βράδυ ανέβαινε πάνω στην σκηνή στο βάθος αυτού του μυστήριου πανδοχείου
Το πρώτο και το τελευταίο τραγούδι που έπαιζαν ήταν δυο πεσιμιστικές μελωδίες με αντστοιχους στίχους
Κοιτούσε στα μα΄τια έναν έναν όλους τους θαμώνες καθώς λίκνιζε το κορμί της
Μέσα από κάποιες τρύπες που υπήρχαν στους δυο τόιχους αριστερά και δεξιά της σκηνής ξεπηδούσαν φλόγες
Η φορά τους ήταν χιαστή και η Σαμπρίνα καθώς λικνίζονταν και χόρευε τις απέφευγε επιμελώς
Το κοινό αναρωτιόταν πως κατάφερνε να μην καίγεται κάθε βράδυ με τα μάτια της κλειστά και το στόμα μισάνοιχτο απ την ηδονή που αναδυόταν από το "μέσα"
Ο Στάμος ο θεόρατος Θεσσαλός που έμοιαζε σαν ένα μείγμα ταγματασγφαλήτη της κατοχής και νταβατζή του Βαρδαρίου στεκόταν δίπλα στον Οδυσσέα
Και οι δυο τους είχαν στραμμένο το βλέμμα στην σκηνή με τον Οδυσσέα να τον ρωτάει
-Πως καταφέρνει να μην καίγεται;
-Την νύχτα που οι φλόγες θα αγγίξουν το κορμί της θα απελευθερωθεί η "Αρχόντισσα"
-Η "Αρχόντισσα;"
-Η "Αρχόντισσα"
-Ποια είναι η "Αρχόντισσα";
-Αυτή που σε προειδοποίησε να μην έρθεις εδώ. Δεν την απάντησες όταν ερχόσουν;
Ο Οδυσσέας θυμήθηκε την γυναίκα που εμφανίστηκε στο αναποδογυρισμένο λεωφορείο. Το πέρασμα της ήταν αυτό που τύλιξε το εσωτερικό του οχήματος στις φλόγες
Ακόμη και όταν την πυροβόλησε και οι σφαίρες του διαπέρασαν χωρίς να αλλοιώσουν το σώμα της πίστευε πως από το σοκ της σύγκρουσης έβλεπε παραισθήσεις
-Με δουλεύεις έτσι; ρώτησε τον Θεσσαλό που έμοιαζε με νταβατζή
με έναν τρόπο μπας και τον ψαρέψει να του πει περισσότερα
Εκείνος δεν μίλησε παρά συνέχιζε να κοιτάζει την Σαμπρίνα στην σκνή
-Σου ανήκει το μέρος εδώ; τον ξαναρώτησε ο Οδυσσέας όμως η αντίδραση του γίγαντα ήταν η ίδια
-Δουλεύεις εδώ, κατάλαβα. Σε ποιον ανήκει το μέρος;
Σιωπή
-Τι ρόλο έχεις αναλάβει εδώ μέσα ως εργαζόμενος;
Ο γίγαντας δεν μιλούσε
-Κατάλαβα...βαρέθηκα φεύγω , είπε ο Οδυσσέας και έκανε μεταβολή και κίνησε προς την έξοδο όμως η παλάμη του Θεσσαλού έπεσε με δύναμη πάνω στον ώμο και φρέναρε με μιας το σώμα του
-Όταν έφτασες στο μαγαζί συνάντησες τον Ρήγα στην είσοδο; ρώτησε τον Οδυσσέα
Ο Οδυσσέας γύρισε και τον κοίταξε
-Μου είπε να κάνω μεταβολή και φύγω
-Ο Ρήγας είναι η τελευταία προσπάθεια του κόσμου όπως τον ξέρατε να σώσει όσους πλησιάζουν εδώ
-Και εσύ;
-Εγώ είμαι αυτός που διασφαλίζει πως δεν θα σωθείτε
-Κατάλαβα; Δηλαδή δεν με αφήνεις να βγω έξω;
-Ο Στάμος μια φορά μιλάει
-Και κάνω να φύγω; ρώτησε ο Οδυσσέας και είδε πίσω απ τον Σταμο να εμφανίζονται άλλοι δυο γίγαντες που κρατούσαν από ένα γιαταγάνι στα χέρια
Σκέφτηκε να τραβήξει το πιστόλι του και να τους ρίξει όμως μετά κατάλαβε πως αυτό θα δημιουργούσε και άλλα προβλήματα και θα τραβούσε την αστυνομία προς το μέρος οπότε θα αναγκαζόταν να τρέξει διπλά ως καταδιωκόμενος
-Μάλλον θα κάτσω λίγο ακόμη
-Έτσι, απάντησε ο Στάμος και ξαναγύρισαν οι δύο τους κοιτώντας την Σαμπρίνα να χορέυει πάνω στην σκηνή
-Στάμο σε είπαμε;
-Στάμο
-Που λές Σταμο πόσοι μέχρι σήμερα πλησιάσανε τον Ρήγα και ακούσαν την προτροπή του να μην μπούν εδώ μέσα;
-Μέχρι σήμερα;
-Ναι
Ο Στάμος προσποιήθηκε πως σκεφτόταν και μετρούσε άτομα πριν απαντήσει
-Κανείς
-Κανείς;
-Κανείς
-Και τι απέγιναν όλοι αυτοί;
-Μέχρι το ξημέρωμα τους φάγαμε
-Γιατί τους σκοτώσατε; Για να τους κλέψετε;
-Δεν κατάλαβες. Δεν τους σκοτώσαμε., Τους φάγαμε
-Εννοείς τους δαγκώσατε και τους κατάπιατε;
Ο Στάμος κούνησε το κεφάλι του χαμογελώντας
-Εσένα επειδή είσαι ενοχλητικός μπορεί να σε φάμε νωρίτερα ...αν δεν σταματήσεις να κάνεις τόσες ερωτήσεις
Απόλαυσε το θέαμα, πιες όσο θέλεις είναι δωρεάν.
Μπορείς και να φας αν θες
Έτσι και αλλιώς ότι και να κάνεις το τελευταίο σου θα είναι, είπε και έκανε να φύγει αλλά κοντοστάθηκε και τον κοίταξε στα μάτια, Οδυσσέα σε είπαμε;
-Οδυσσέα
-Και από που μας έρχεσαι;
-Καλαμαριά
-Καλαμαριά;
-Θεσσαλονίκη
-Η καταγωγή σου είναι από εκεί;
-Ο πατέρας μου είχε γεννηθεί στον Καύκασό και η μάνα μου στον Πόντο
- Πρόσφυγας;
-Πρόσφυγας
-Προσφυγα δεν δοκιμάσαμε ποτέ. Ελπίζω να χέτε καλή γεύση, σήμερα είναι ειδική η βραδιά και θέλω όλα να πάνε καλά, είπε και έφυγε
Ο Οδυσσέας τον κοίταξε που απομακρύνθηκε στο βάθος προς το μπαρ. Δίπλα στο μπαρ υπήρχε μια πόρτα την οποία και άνοιξε και μπήκε σε ένα δωμάτιο
Ο Οδυσσέας γύρισε και κοίταξε την πόρτα της εξόδου
Αμέσως οι δυο Θεσσαλοί με τα γιαταγάνια κινήθηκαν και στάθηκαν μπροστά της
-Δεν μπορεί; Θα υπάρχει κάποιο παράθυρο, ψιθύρισε και τράβηξε προς το μπαρ
Εκεί καθόταν ένα ηλικιωμένος κύριος
-Μπορούμε να πιούμε δωρεάν εδώ; Έτσι μου είπανε, τον ρώτησε
-Και να πιούμε και φάμε όντως, απάντησε ευγενικά ο ηλικιωμένος κύριος
-Σας είπαν και σας πως θα ναι το τελευταίο μας γεύμα;
Ο κυριούλης κούνησε το κεφάλι του χαμογελώντας. Μετά έφτιαξε με τα χέρια του τα γυαλιά μυωπίας που φορούσε και έτεινε το χέρι του
-Αλέξανδρος Βλάχος
-Οδυσσέας..., δίστασε να πει το επώνυμο του μιας και θυμήθηκε πως ήταν καταζητούμενος απ την αστυνομία ως κομουνιστής
-Δεν χρειάζονται περισσότερο συστάσεις γιέ μου, είπε ο ηλικιωμένος κύριος, ετσι και αλλιώς σε μερικές ώρες θα μας είναι άχρηστες εκεί που θα πάμε
-Στο στομάχι αυτών εδώ των αγροίκων;
Ο κυριούλης χαμογέλασε
-Τι συμβαίνει εδώ κύριε Αλέξανδρε; τον ρώτησε ο Οδυσσέας
-Σου μίλησε ο Στάμος;
Ο Οδυσσέας κούνησε το κεφάλι
-Ότι σου είπε ισχύει
-Ότι θα μας φάνε πριν το ξημέρωμα;
-Είμαστε τυχεροί που ήρθαμε εδώ καταχείμωνο. Η νύχτα διαρκεί περισσότερο και ως εκ τούτου και η ζωή μας . Άλλοι που εγκλωβίζονται εδώ μέσα καλοκαίρι αν το σκεφτείς είναι πιο άτυχοι, είπε με το χαμόγελο να μην εξαφανίζεται απ το πρόσωπο του
-Για άνθρωπο που γνωρίζει πως θα χάσει την ζωή του σε λίγο και μάλιστα από ανθρωποφάγους μοιάζεται πολύ χαρούμενος
-Είναι η πραγμάτωση του έργου ενός λαογράφου. Δυστυχώς δεν θα ζήσω για να μοιραστώ με τον κόσμο και την επιστημονική κοινότητα την ανακάλυψη μου
-Είστε λαογράφος;
-Τα τελευταία 40 χρόνια , διδάσκω στο πανεπιστήμιο Αθηνών και έχω συγγράψει 5 βιβλία
όχι για τους "¨ανθρωποφάγους εν Ελλάδι" βέβαια. Για αυτούς άκουσα πρώτη φορά πριν 10 χρόνια από έναν τσομπάνη της περιοχής εδώ
Αρχικά νόμισα πως ήταν απλά ένας θρύλος απ τους πολλούς που διηγούνται από γενιά σε γενιά λόγο αμορφωσιάς και
δεισιδαιμονιών
οι κατά τα άλλα συμπαθείς ανθρώποι της υπαίθρου
-Και τι σας έκανε να πιστέψετε πως δεν ήταν;
-Μέχρι να περάσω σήμερα την εκείνη εκεί την πόρτα πίστευα πως ήταν
Συγκέντρωνα επί 10 χρόνια διηγήσεις και στοιχεία απ τα χωριά της περιοχής σχετικά με όλο αυτό αλλά πίστευα πως απλά ήταν ένας ανυπόστατος θρύλος.
-Αν πιστεύατε πως ήταν ανυπόστατος..
-Γιατί ασχολήθηκα; Στην δική μου επιστήμη και οι ανυπόστατοι θρύλοι έχουν το ενδιαφέρουν τους, οι συμβολισμοί τους και πολλά ακόμη στοιχεία τους αξίζουν να καταγραφούν.
Σε τελική ανάλυση μην ξεχνάμε πως αποτελούν στοιχείο της λαϊκής μας παράδοσης
-Και εδώ πως βρεθήκατε σήμερα;
-Συνδυάζοντας διάφορες διηγήσεις κατέληξα σε μια διαδρομή που πίστευα θα με οδηγούσες στις πύλες της κολάσεως, έτσι ονομάζουν αυτό μέρος οι ντόπιοι
Δεν έπεσα έξω . Πέτυχα διάνα
-Και μπήκατε μέσα γνωρίζοντας όπως λέει και ο θρύλος αλλά και αυτοί εδώ οι παλικαράδες πως δεν θα βγείτε ζωντανός;
-Ναι. Η απόλυτη πραγμάτωση της επιστημονικής έρευνας
Ο Οδυσσέας κοίταξε το ποτό του και ήπιε μια γουλιά
-Και συ Οδυσσέα γνώριζες πως δεν θα βγεις ζωντανός , σε προειδοποίησε και ο Ρήγας στην είσοδο αλλά και η Αρχόντισσα νωρίτερα όμως πέρασες τις πύλες
Ο Οδυσσέας γύρισε απότομα και κοίταξε τον καθηγητή
-Η Αρχόντισσά είπες;
-Δικό της έργο είναι αυτό το μικρό βασίλειο της κολάσεως
-Υπάρχει δηλαδή;
-Κατά έναν τρόπο τινά μπορούμε να πούμε πως ..δεν ξέρω αν το "υπάρχει" είναι το σωστό ρήμα. Σίγουρα κινείται στην περιοχή
-Τι άλλο γνωρίζεις για αυτήν; Νόμισα πως ήταν αποκύημα της φαντασίας μου η παρουσία της
Ο Καθηγητής χαμογέλασε
-Για αγράμματος χρησιμοποιείς πολύ καλά την ελληνική γλώσσα Οδυσσέα
Είσαι κομουνιστής;
-Πως το...
-Πως το κατάλαβα; Στην εποχή μας μόνο οι αγράμματοι που ναι και κομουνιστές διαβάζουν πολύ βιβλία...κομουνιστικά βέβαια αλλά το βιβλίο είναι βιβλίο, βοηθά στην καλλιέργεια του ανθρώπου
Προσφυγας και κομουνιστής λοιπόν;
-Πως καταλάβατε πως είμαι και πρόσφυγάς;
-Α αυτό ήταν εύκολο, απ την προφορά σου
Να υποθέσω και κυνηγημένος; Σε καταζητούν;
Μην ρωτήσεις πως το συμπέρανα. Μόνο ένας κυνηγημένος θα κατέφευγε εδώ μέσα
Κοίταξε τριγύρώ σου
Εκτός απ τους ανθρώπους του μαγαζιού τι βλέπεις;
Ρακένδυτοι, πεινασμένοι, μερικοί ποινικοί - τους καταλαβαίνεις απ το βλέμμα και τις κινήσεις- οι οποίοι θα ναι και αυτοί μάλλον καταζητούμενοι σαν εσένα και μερικοί καθώς πρέπει κύριοι . Οι τελευταίοι πρέπει να ναι μάλλον ανυποψίαστοι ταξιδιώτες που ψάχναν ένα μέρος να περάσουν την νύχτα
-Η αστυνομία, το κράτος γνωρίζει για αυτό το μέρος;
-Καλή ερώτηση. Αυτός ίσως και να και ο λόγος που ήρθα αυτή την μέρα
-Κάτι έλεγε ο Στάμος
-Πως σήμερα είναι ειδική βραδιά
Μεταξύ άλλων αν περιμένουμε λίγο θα διαπιστώσουμε αν το επίσημο κράτος και η αστυνομία γνωρίζουν για αυτό μέρος
-Γιατί; τι θα γίνει;
Θα γεμίσει το μέρος μπάτσους;
-Δεν θα μου φαινόταν παράξενο αν η αστυνομία συνεργάζεται με αυτούς εδώ. Τους μισούς δηλαδή
-Τους μισούς;
-Δεν είναι όλοι υπηρέτες της Αρχόντισσας εδώ μέσα. Κάποιοι είναι αυτό που λεν οι χωριάτες "αιώνιοι σκλάβοι" ή "παιδιά του Κιλελέρ"
-Το Κιλελέρ ανέφερε και ο Ρήγας έξω όταν τον ΄ρώτησα για την ιδιαίτερη πατρίδα του
Ο καθηγητής κούνησε το κεφάλι του
-Ίσως η αναφορά στο Κιλελέρ να μην έχει σχέση με τον τόπο αλλά με τον χρόνο...
-Δηλαδή;
Εκείνη την ώρα η Σαμπρίνα ολοκλήρωνε το πρώτο της νούμερο και εγκατέλειπε την σκηνή δίνοντας την θέση σε μια λαϊκή ορχήστρα την οποία προλόγιζε ένας άνθρωπος του μαγαζιού
-Κάτσε, θα παρουσιάσει την ορχήστρα ο Νότας
-Νότας;
-Παρατσούκλι είναι. Λένε είναι ο μεγαλύτερος γνώστης μουσικής και καλλιτεχνικών δρώμενων που πάτησε το πόδι του στην Γη
Οι παρουσιάσεις του τα βράδια της κολάσεως έχουν ανεκτίμητο πολιτιστικό και πολιτισμικό ενδιαφέρον
Αν δεν το κατάλαβες , μεταξύ άλλων μια βραδιά στις πύλες της κολάσεως παρουσιάζει και πολιτιστικό ενδιαφέρον
-Ναι, τι μουσική έπαιζε πριν; Δεν έχω ξανακούσει κάτι τέτοιο
-Κάτσε να ακούσουμε
Ο Νότας ανέβηκε στην σκηνή φορώντας δερμάτινο γυαλιστερό μαύρο παντελόνι, πουκάμισο και σακάκι ενώ στο κεφάλι επίσης έφερε ένα βαρύ δερμάτινο καπέλο
- Μελλοθάνατοι, ούρλιαξε ο Νότας μπροστά στο μικρόφωνο, αυτή είναι μια βραδιά που αξίζει να ζήσετε, μια βραδιά που αξίζει να πεθάνετε
Και θα φύγετε ευτυχισμένοι
Τι θα ήταν η τέχνη χωρίς τον φόβο του θανάτου
Σίγουρα δεν θα ήταν η απόλαυση της οποίας θα γίνεται σε λίγο μάρτυρες
Δεν θα μπορούσε επ ουδενί να δημιουργήσεις αν ήξερες πως είσαι άφθαρτος
Χωρίς την αγωνία του "τι σου ξεμερώνει" αύριο όλα θα ταν τόσο δεδομένα που θα καταδίκαζαν τον άνθρωπο σε αιώνια οκνηρία
Θα το διαπιστώνεται άλλωστε αυτό σε μερικές ώρες που θα αφήνεται τούτον τον μάταιο κόσμο απ το χέρι των "άφθαρτων" γιατί άφθαρτοι υπάρχουν σε αυτή την ζωή, κινούνται καθημερινά ανάμεσα σας αλλά δεν τους καταλαβαίνεται
Και έχουν μόνο έναν σκοπό. Να δημιουργήσουν έναν κόσμο οπου δεν θα υπάρχει χώρος για δημιουργία
Ο Οδυσσέας έγειρε το κεφάλι του κοντά στον καθηγητή και του ψιθίρισε
-Τι ακριβώς λέει; Ποιοι είναι οι "Άφθαρτοι";
-Μέχρι στιγμής ξέρουμε μόνο την μία εξ αυτών. Εσύ την έχεις δει κιόλας...στο λεωφορείο όταν το έβαζε φωτιά
-Αυτή που αποκαλείτε "Αρχόντισσα";
Ο καθηγητής κούνησε το κεφάλι
Ο Οδυσσέας κούνησε το κεφάλι του και μονολόγησε
-Όλα αυτά είναι εντελώς παλαβά
Μετά σηκώθηκε και συνέχισε
-Τέλειωσε το ποτό μου και μιας και είναι όλα δωρεάν πάω στο μπαρ να πάρω άλλο
Καθώς έκανε να κινήσει προς το μπαρ ο κύριος καθηγητής του άγγιξε ελαφρά τον καρπό και τον ρώτησε
-Δεν πιστεύεις τίποτα απ όσα σου είπα;
-Πιστεύω πως εγκλωβιστήκαμε σε ένα πανδόχειο που το "τρέχουν" απατεώνες που θέλουν να μας κλέψουν, είπε και απομακρύνθηκε προς το μπαρ
k
-Ας ξεκινήσει η μουσική...μουσική....ως το τέλος , ούρλιαξε ο Νότας πάνω απ την σκηνή και η μπάντα ξεκίνησε να παίζει ένα ρυθμικό μελωδικό ροκ εν ρολλ ενώ παράλληλα ημίγυμνες κοπέλες πλημύριζαν την σκηνή χορεύοντας σχεδόν δαιμονισμένα
Ο Οδυσσέας έπαιρνε το γεμάτο ποτήρι του απ το μπαρ
Καθώς γυρνούσε προς την σκηνή είδε την πόρτα της εισόδου να ανοίγει και 3 μακρυμάλληδες να εισέρχονται στον χώρο
Και οι τρεις τους φορούσαν μακριές καμπαρτίνες
Κινηθήκαν προς το μέρος του και οι ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο μαζί του
Κοιταχτήκαν για μια στιγμή πριν κινήσουν αυτοί προς το βάθος του μαγαζιού και αυτός προς το τραπέζι που καθόταν ο κύριος καθηγητής
-Τους είδατε αυτούς; ρώτησε ο Οδυσσέας
-Τους 3 άντρες που μπήκαν πριν από λίγο; Φευγαλέα δεν τους πρόσεξα
Οι άντρες είχαν καθίσει σε ένα τραπέζι σε μια σκοτεινή γωνιά του μαγαζιού με την πλάτη στο τοίχο
Ο Οδυσσέας μιλούσε στον καθηγητή χωρίς να ξεκολλήσει το βλέμμα του από πάνω τους
-Περίεργοι τύποι. Ίσως και ύποπτοι.
-Γιατί το λες αυτό Οδυσσέα
Αν τους παρατηρήσετε προσεκτικά θα δείτε πως φοράνε και οι τρεις τους μακριές καμπαρτίνες
Τα πρόσωπο τους είναι εντελώς άγρια και ανέκφραστα. Και δεν μοιάζουν να είναι απ τα μέρη μας κινούνται όμως σαν τα γνωρίζουν πολύ καλά
-Και που είναι το ύποπτο σε όλα αυτά;
-Ενώ έχει πολύ ζέστη εδώ μέσα, αυτοί καθίσαν στο τραπέζι τους, το οποίο είναι στο πιο σκοτεινό σημείο του μαγαζιού και δεν έβγαλαν τις καμπαρτίνες τους. Σίγουρα κρύβουν κάτι από μέσα. Κατά πάσα πιθανότητα όπλα
-Καμπαρτίνες με την κολασμένη ζέστη που έχει εδώ με΄σα; ρώτησε ο καθηγητής και γύρισε και τους κοίταξε
Οι τρεις τους του ανταπέδωσαν το βλέμμα με έναν τρόπο σχεδόν "δολοφονικό"
Ο Καθηγητής σάστισε και γύρισε με ανοικτό το στόμα προς τον Οδυσσέα
-Θεέ μου, αναφώνησε, είναι αλήθεια λοιπόν;
-Ποιο πράγμα κύριε καθηγητά είναι αλήθεια;
-Υπάρχουν οι latinos balkanos
-Οι ποιοι;
-Ο θρύλος στα χωριά αναφέρει τρεις άντρες που έρχονται από πολύ μακριά μέσα στον χρόνο και πως είναι οι μόνοι ικανοί να νικήσουν την Αρχόντισσα
-Τι;
-Κατά πάσα πιθανότητα αυτοί εκεί οι 3 είναι οι latinos balkanos
Ο Οδυσσέας κοιτούσε τον καθηγητή χωρίς να καταλαβαίνει
Ο καθηγητής τώρα αποκτούσε μια σιγουρά στο βλέμμα του
Έφερε το χέρι του και έβγαλε τα γυαλιά του
Κοίταξε τον Οδυσσέα στα μάτια με ένα "¨δειλό" χαμόγελο να σχηματίζεται στο πρόσωπο του
-Ποιοι είναι αυτοί οι 3 αλήτες κύριε καθηγητά; Τί είναι;
Ο καθηγητής απάντησε με σιγουριά
-Η μόνη μας ελπίδα να δούμε το αυριανό ξημέρωμα ζωντανοί
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου